Ιστορία της Ρωμιοσύνης, Πρώτος τόμος. Eftaliotis Argyris
Чтение книги онлайн.

Читать онлайн книгу Ιστορία της Ρωμιοσύνης, Πρώτος τόμος - Eftaliotis Argyris страница 14

СКАЧАТЬ μονάχα τονέ βασάνιζαν είκοσι περίπου αντίπαλοί του.

      Με τέτοια μέτρα και με τέτοια χάλια, τι τους μπόδιζε τους Γότθους να πέφτουνε χρόνο απάνω στο χρόνο και να μας ρημάζουν! Και πρέπει να το κατάλαβαν πια τώρα πως πολύ φόβο δεν είχανε από την Ελλάδα, επειδή στα 267 έκαμαν την εκστρατεία τους πιο ξέθαρρα και με μεγαλήτερη φαντασία.

      Πρώτη φορά που πατήσανε βάρβαροι ελληνικό χώμα ύστερ' από τόσους αιώνες! Από τον Εύξεινο κι από το Βόσπορο κατέβηκαν ίσια στην Προποντίδα, ξολόθρεψαν την Κύζικο, διάβηκαν τον Ελλήσποντο, έπιασαν τα νησιά, και κείθε χυμίξανε στην Πελοπόννησο και στην Αττική. Παντού χαλασμός και φωτιά, παντού σκλαβιά και φονικό. Από τον Πειραιά, ένα πήδημα και βρεθήκανε στην Αθήνα. Τρόμαξαν οι Αθηναίοι, σκιάχτηκαν οι ρητορικοί οι δάσκαλοι βλέποντας τους βαρβάρους άξαφνα ομπροστά τους. Οι αρπαγές, οι σφαγές κ' οι καταστροφές που γένηκαν τότες, δεν είναι και πολύ περιστατωμένα ιστορημένες. Ένα όμως ανέγδοτο μας έμεινε που και να μην είναι αληθινό, είναι όμως χαραχτηριστικό. Βλέποντας ένας Γότθος αρχηγός τους ανθρώπους του να γυρεύουνε να κάψουνε βιβλιοθήκες, τους είπε να μη γελαστούν και κάμουν τέτοιο πράμα, επειδή όσο κάθουνται οι Αθηναίοι και χασομερούνε στα βιβλία, φόβος να μάθουν από πόλεμο δεν υπάρχει.

      Η ανάγκη όμως, που καθώς είδαμε και προτήτερα, σα να τους ξύπνησε τους δικούς μας και τους σάλεψε σαν που μας κάμνει φωτιά και σαλεύουμε όταν ξεσπάση στη στέγη μας αποκάτω, αυτή τους έδωσε πάλε των Αθηναίων κάποια ενέργεια. Σε τέτοιο αίτιο και πρέπει κ' εύλογο είναι να κολλήσουμε το κατόρθωμα εκείνο του Δεξίππου, που μέσα στην ερημιά της Ελληνικής ακαμωσιάς σαν είδος όαση φανερώθηκε και μας δρόσισε με κάποιον ηρωισμό. Η ανάγκη, που χανόντανε δίχως να φανή Ρωμαίος και να τους συντρέξη, κι όχι τα κλασσικά τα λόγια του Δεξίππου, όπως λένε, τους ξύπνησε τότε μερικούς Αθηναίους. Τα λόγια τακούγανε μέρα νύχτα κι από σοφούς κι από ασόφους χρόνια πολλά, και γνώση δε βάζανε· η ανάγκη όμως τους έφερε τώρα στα συγκαλά τους.

      Βρέθηκε να είναι ο Δέξιππος καλός αρχηγός. Όχι να πούμε σπουδασμένος από στρατιωτικά, μα έννοιωθε από κάποια κλέφτικη στρατηγική. Αφού λοιπόν έπεισε μερικούς να πάνε μαζί του, και τους είπε πως σε λίγες μέρες έρχεται κι από τη Ρώμη βοήθεια, και τέλος τους έκαμε και κατάλαβαν πως εδώ είναι ζωή ή θάνατος, τους μοίρασε σε μικρές παρέες, τους έκρυψε σε σύδεντρα ξοχικά κατατόπια, κι από κει ξεχύμιζαν και κόβανε Γότθους. Τέλος και στην Αθήνα μέσα ώρμησαν, τους ξάφνισαν απάνω στα ξεφαντώματά τους και τους ανεμοσκόρπισαν. Κ' έτσι γλύτωσε τότες η Αττική.

      Και δεν είτανε μόνο στην Αθήνα αυτό το ξύπνημα. Όλη η Ελλάδα πρέπει να ξανασάλεψε μια στιγμή, επειδή παντούθε τους έδιωξαν τους Γότθους, – από Αιτωλία, Ακαρνανία, Ήπειρο, Θεσσαλία, – όσοι δεν είχανε φύγει από τη θάλασσα. Αγκαλά καθαυτό αφορμή και της ξεθαρρεσιάς τω δικώ μας, και του γοτθικού πανικού, στάθηκαν οι Ρωμαίοι, που στ' αλήθεια πια κατεβαίνανε με δυο μεγάλους στρατούς. Μπήκε στην Ηπειροθεσσαλία ο ένας με το Μαρκιανό. Ο άλλος με το Γαλλιηνό πέρασε στην Ιλλυρία. Κ' έτσι ανταμώνοντας και СКАЧАТЬ