Ιστορία της Ρωμιοσύνης, Πρώτος τόμος. Eftaliotis Argyris
Чтение книги онлайн.

Читать онлайн книгу Ιστορία της Ρωμιοσύνης, Πρώτος τόμος - Eftaliotis Argyris страница 10

СКАЧАТЬ και φράγκισσες χορεύτρες στο μεταξύ. Τότες όμως η μανία του «λόγου» ζούσε ακόμα άδολη και καθάρια στις νερουλιασμένες εκείνες ψυχές. Τόσο καθάρια, που κι α μερικοί τον κατάκριναν την πρώτη μέρα, τη δεύτερη όμως θέλοντας και μη τον αγαπούσαν, και την τρίτην πια τονέ θάμαζαν.

      Και τι να είταν τα θέματα της τριλογίας εκείνης; Όχι και τόσο άτοπα καθώς πολλών άλλων που έλαμπε ομπροστά τους ο Πολέμωνας σαν είδος Πυθαγόρας· ενός Αδριανού από την Τύρο, λόγου χάρη, που όταν πρωτοήρθε στην Αθήνα, και μέσα σ' αμάξι αργυροστόλιστο μπήκε και πήγε στην έδρα, και με τα χέρια φορτωμένα λαμπρά δαχτυλίδια στάθηκε και πρωτόψαλε τη σοφία του (επειδή τραγουδιστά τα ξέσερνε αυτός τα λόγια του), το πρώτο πρώτο που ξεστόμισε είταν εγκώμιο του εαυτού του, που από τη Φοινίκη τους έφερνε πάλε γράμματα των Αθηναίων! Η καθώς τα σαλιαρίσματα του Ουάρου, που και χρήματα δάνειζε με τη συφωνία να τον ακούν, και μάλιστα και να τον επαινούν. Πως ο Πολέμωνας είταν ανώτερος από τον Ούαρο τούτον, απόδειξη που του είχε κι αυτός δανεικά παρμένα πρι να γείνη μεγάλος ακόμα, μα σαν άκουσε τους σολοικισμούς και βαρβαρισμούς του, έτρεξε και του γύρισε τα χρήματα και του ζήτησε πίσω τα ομόλογα.

      Δεν θύμωσε, καθώς βλέπουμε, ο Πολέμωνας με τον Ούαρο για την ουσία του λόγου του, παρά για τη μορφή. Η μορφή και ο τύπος έπαιρνε κ' έδινε τους καιρούς εκείνους. Το θέμα της ομιλίας είτανε μικρό πράμα. Έπειτα πού να βρεθή και θέμα; Στη σκλαβιά; Στην παραλυσία; Στη φτώχεια; Το πολύ μπορούσαν οι καλλίτεροι τους να το γυρέψουνε στην αρχαιότητα, καθώς, μα το ναι, γίνεται και σήμερα. Οι τωρινοί μας όμως έχουν και κάποιο σκοπό, που όσο κι αν αποδείχτηκε κλούβιος (και βλαβερός μάλιστα, που δίδαξε το έθνος να βλέπη πίσωθέ του και να γυρεύη εκεί όχι την ιστορία του, παρά τα μελλούμενά του), ήρχονταν από ευγενικιά προαίρεση· ενώ ο Πολέμωνας ξεφούρνιζε από την αρχαιότητα μόνο και μόνο για να βρίσκη αφορμή να λαλή.

      Πήγε κι ο Ηρώδης ο Αττικός μια φορά στη Σμύρνη να τον ακούση. Την πρώτη μέρα έγινε, λέει, ο Πολέμωνας «Δημοσθένης» και τάβαλε με τον ρήτορα Δημάδη. Θέμα της δευτέρας μέρας είταν «η των τροπαίων κατάλυσις», και της τρίτης «η της Αθηναίων δημοκρατίας αποκατάστασις». Και σαν τάκουσε όλ' αυτά ο Ηρώδης το θάρρεψε χρέος του να του στείλη ανταμοιβή 150 χιλιάδες δραχμές αττικές. Βλέπει τα χρήματα ο Πολέμωνας και θεριεύει. Όχι που τάχα το πρόσβαλε ο Ηρώδης, μόνο που δεν τούστειλε πιώτερα! Αναγκάστηκε λοιπόν ο βαθύπλουτος Αθηναίος και τις έκαμε 250 χιλιάδες μα ύστερα έφυγε, λέγουνε, νύχτα από τη Σμύρνη.

      Τόση δύναμη την είχαν, τόση αχορτασία, τόση αγυρτεία οι περίφημοι αυτοί λύκοι της Ρωμαιοκρατίας.

      Τους ιστορούσε κάποτες ή τους περγελούσε ο Φιλόστρατος, ο Δίωνας, ο χαριτωμένος ο Λουκιανός. Μα πού να ξολοθρέψουν τόσα θεριά δυο τρεις άνθρωποι! Κατάντησε τη χώρα όλη να τη μαυροσκεπάσουν ταμέτρητά τους κοπάδια! Ύστερ' από τους Ρωμαίους τους μεγιστάνες, αυτούς προσκυνούσανε στα Ολύμπια. Όλος ο πλούτος στα χέρια τους καταστάλαξε, αφού λέξη δε βγάζανε δίχως βαρειά πλερωμή. Τέλος το καταφέρανε να χώσουν και την αστρολογία στην επιστήμη τους СКАЧАТЬ