Ιστορία της Ρωμιοσύνης, Πρώτος τόμος. Eftaliotis Argyris
Чтение книги онлайн.

Читать онлайн книгу Ιστορία της Ρωμιοσύνης, Πρώτος τόμος - Eftaliotis Argyris страница 18

СКАЧАТЬ το λοιπόν, ή το πολύ ελληνισμένοι Ιουδαίοι είταν οι πρώτοι στύλοι της νέας θρησκείας, οι πρώτοι της «διάκονοι». Ελληνισμένος Ιουδαίος κι ο Παύλος, ο πρώτος των πρώτων Αποστόλων ο μετανοημένος ο Φαρισαίος, ο αμετανόητος, ο ηρωικός ο Χριστιανός. Ελληνόγλωσσοι κ' οι άλλοι οι Απόστολοι. Ως κ' οι Χριστιανικές αποικίες που συστηθήκαμε πρώτα πρώτα στη Δύση, ως και κείνες Ελληνικές.

      Πρωτόπεσε φυσικά ο θεϊκός ο σπόρος στην Παλαιστίνη και στη Συρία. Έτρεχε ο κόσμος νακούση το νέο κήρυγμα και πίστευε. Συστήθηκαν αμέσως τρεις Εκκλησίες. Της Δαμασκός, της Βερροίας (Χαλεπιού), και της Αντιόχειας. Μα δεν άργησε να ξαπλωθή και σ' όλη τη Μικρασία το νιοφανέρωτο φως, και σε λίγα χρόνια μέσα βλέπουμε και λαμπροφέγγουν οι περίφημες οι εφτά Εκκλησίες. Έφεσο, Σμύρνη, Πέργαμο, Φιλαδέλφεια, Λαοδίκεια, Θυάτειρα, Σάρδες. Και δεν έμεινε μήτ' εκεί το μεγάλο φαινόμενο, που σαν αναλαμπή θαρρείς και συνεπήρε κάθε χώρα πολιτισμένη. Στα νησιά του Αιγαίου, στην Αφρική, στη Μακεδονία και Θράκη, στην καθαυτό Ελλάδα, παντού ξαπλώνεται, παντού γλυκοφέγγει. Σα να είτανε βαριεστημένος ο κόσμος από τα δυστυχήματα κι από Θεούς που δεν τον παρηγορούσαν, και πιάστηκε από την αγάπη του Χριστού με την ίδια τη λαχτάρα που αγκαλιάζει μισοπνιγμένος πλεούμενο ξύλο.

      Ζητήσανε στην αρχή να φυλάξουν τη νέα θρησκεία μέσα στην Ιουδαία μονάχα, και να κλείσουν απέξω τους ξένους. Μα ο δυνατόγνωμος Παύλος γλήγορα τις έσπασε τις φαρισαϊκές αυτές αλυσίδες κι ακολουθώντας τα θεϊκά λόγια «πορεύου, ότι εγώ εις έθνη μακράν εξαποστελώ σε», πρώτος έκαμε το Χριστιανισμό παγκόσμιο χτήμα και παγκόσμια σωτηρία. Άκουγαν το κήρυγμά του οι αποσταμένοι λαοί κι αναγάλλιαζαν. Πρώτη φορά αντιλαλούσανε στη γης τέτοιες παρηγορητικές διδαχές, τέτοια βαλσαμωτικά λόγια· πρώτη φορά γλυκοχάραζε στον ανθρώπινο νου η ιδέα της αγάπης, της ισότητας και της ουρανόσταλτης χαράς.

      Μόλις τάκουσε ο Παύλος τα θεϊκά εκείνα λόγια κι άρχισε μακρινά ταξίδια και πολυβάσανα. Δεν άφησε μήτε Συρία, μήτε Αραβία, μήτε Κύπρο και Μικρασία. Έστηνε Εκκλησίες και πήγαινε. Τέλος ανέβηκε και στη Μακεδονία. Η Θεσσαλονίκη και μερικές άλλες Μακεδονικές πολιτείες είταν τα πιο σημαντικά του κέντρα στα μέρη εκείνα. Οι μεγάλοι κι οι ανακατεμένοι πληθυσμοί τους την τραβούσανε την ακούραστη του ψυχή. Έτρεχαν και τον άκουγαν Ιουδαίοι κ' Έλληνες, άντρες και γυναίκες, και βαφτίζουνταν όσοι πίστευαν. Όσοι όμως από τους πατριώτες του τους Ιουδαίους δεν πίστεψαν, κ' είταν πολλοί, αυτοί πικρά μαρτύρια του προξενήσανε με σκληρούς κατατρεγμούς, και θάμα είναι πώς το κατώρθωσε και ξέφυγε από τη φυλακή που τον είχανε ρίξει στους Φιλίππους αφού τον έδειραν. Από τη Μακεδονία κατέβηκε έπειτα στην Αθήνα. Στην Αθήνα Ιουδαίους πολλούς δε βρήκε· βρήκε όμως σοφούς και ρητόρους. Εκεί, στον Άρειο Πάγο, τους απαγγέλνει τον περίφημο εκείνο το λόγο του. Τους ξήγησε ποιος είνε ο Άγνωστος Θεός που του είχανε τόσους αιώνες στημένο Ναό, και δεν τονέ γνώριζαν. Εδώ τον Παύλο δεν τονέ βασάνισαν· δεν τον άκουσαν όμως και μ' ενθουσιασμό, μόνε ψυχρά και δύσπιστα οι πιώτεροι. Ο Αθηναίικος ο νους τέτοιες διδαχές δεν τις σήκωνε. Μίσεψε СКАЧАТЬ