Ιστορία της Ρωμιοσύνης, Πρώτος τόμος. Eftaliotis Argyris
Чтение книги онлайн.

Читать онлайн книгу Ιστορία της Ρωμιοσύνης, Πρώτος τόμος - Eftaliotis Argyris страница 20

СКАЧАТЬ απ' όλα το χερώτερο, που οι Ρωμαίοι, που τόσους χρόνους αψηφούσαν τη νέα θρησκεία και την άφιναν απείραγη, βλέποντας άξαφνα τέτοια δύναμη να ξαπλώνεται σε Ασία κ' Ευρώπη, τέτοιον κύκλο μέσα στον κύκλο τους, δεν μπορούσαν πια να κάθουνται και να τη βλέπουν αδιάφορα τη Χριστιανική την πλημμύρα. Βρήκε λοιπόν η κακορρίζικη ζούλια των Εθνικών προστάτη και σύμμαχό της την πιο κακορρίζικη πολιτική τω Ρωμαίων, κι άναψε αμέσως η φοβερή η φωτιά, άρχισαν οι μεγάλοι κατατρεγμοί.

      Είχε ο Νέρωνας, είναι αλήθεια, δοσμένο το καλό παράδειγμα από τα 64 μ. Χ., τότες που φόρτωσε στη ράχη τω χριστιανών τη μεγάλη φωτιά της Ρώμης, που ο ίδιος την έβαλε. Έπεσαν τότες θύματα του πολλά, κ' ίσως μαζί τους οι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος (66 μ. Χ.). Έγινε κάποιος καταδιωγμός και στου Δομιτιανού τον καιρό (81 – 96 μ. Χ.). Μα το μεγάλο το κακό άρχισε αργότερα, τότες που, καθώς είπαμε, το κατάλαβαν οι Ρωμαίοι πως η Χριστιανωσύνη έσκαβε τα θέμελα του παλιού, του κόσμου. Μακρινή σειρά βασανισμοί και μαρτύρια είναι τα χρόνια του Δέκιου (249 – 251) και του Αυρηλιανού (270 – 275). Την κορώνα ως τόσο στο φριχτό εκείνο δράμα τη θέτει ο μεγάλος κατατρεγμός των καιρών του Διοκλητιανού (284). Είχαν τότες καταντήσει τόσο δυνατοί οι Χριστιανοί που άρχιζαν και στ' ανοιχτά να τους φοβερίζουν τους Εθνικούς, και να προφητεύουν πως μετρημένες πια είναι οι μέρες τους. Ακούγοντας τέτοιες φοβέρες οι Εθνικοί σηκώνουνται στο ποδάρι, τρέχουνε στο Διοκλητιανό, και φωνάζουνε να ξολοθρευτή και καλά ο Χριστιανισμός. Ο Διοκλητιανός, όσο αντίχριστος κι αν είτανε, δεν αποκοτούσε να κάμη τέτοιο ανοσιούργημα. Ο γαμπρός του όμως, ο αιμοβόρος Γαλέριος, τον κατάφερε είχε δεν είχε να ξεγράψη την καινούρια θρησκεία. Βρίσκουνταν τότες η Ρωμαϊκή «Αυλή» στη Νικομήδεια. Και τις 23 του Φλεβάρη, στα 303, υπογράφεται η πρώτη προσταγή του κατατρεγμού.

      Όλες οι Εκκλησιές να γκρεμιστούν· θάνατος σε όσους λειτουργούνται κρυφά· ιερά Βιβλία κι Άγιες Γραφές να καούνε· να δημευτούν οι περιουσίες των Εκκλησιών· κι όσοι επιμένουν κι αρνιούνται την αρχαία πίστη, να χάνουν τα πολιτικά δικαιώματα· και τέλος, τα Εθνικά δικαστήρια να δικάζουνε Χριστιανούς, οι Χριστιανοί όμως να μην μπορούνε να κινούν αγωγή για όσα υπόφερναν από Εθνικούς.

      Την παραμονή της μέρας που ορίστηκε για να εφαρμοστή η φοβερή προσταγή, καθισμένος ο Διοκλητιανός κοντά σε παράθυρο του Παλατιού και κοιτάζοντας τη μεγάλη Εκκλησιά της Νικομήδειας, στημένη στ' αψηλότερο κι ωραιότερο μέρος της, συζητούσε με το Γαλέριο πώς να την ξολοθρέψουν την Εκκλησιά, μ' αξινάρια ή με φωτιά. Τηνέ φοβούνταν τη φωτιά οι Ρωμαίοι, μην τύχη και κάψη και τους άλλους μαζί. Ό,τι κι αν αποφασίστηκε στην ομιλία εκείνη, δούλεψε την αυριανή κ' η φωτιά και ταξινάρια. Τρέχει και σπάνει το πλήθος τις θύρες της Εκκλησιάς, χυμίζουνε μέσα, ορμούνε στο ιερό, αρπάζουνε Βαγγέλια και Γραφές και τα καίνε. Έρχεται κατόπι κι ο Ρωμαϊκός στρατός με παράταξη σα να είτανε μάχη, και σε μερικές ώρες γκρεμίζεται όλο το χτίριο.

      Μέσα στη μανία εκείνη του όχλου, που λες και θεριά ξελύθηκαν κ' έτρεχαν από παντού, όχι μια, παρά τρεις πυρκαγιές άναψαν τότες στη Νικομήδεια. СКАЧАТЬ