Название: Ιστορία της Ρωμιοσύνης, Πρώτος τόμος
Автор: Eftaliotis Argyris
Издательство: Public Domain
Жанр: Зарубежная классика
isbn:
isbn:
Είχε δυο μεγάλες μανίες ο περίφημος αυτός μαθητής του Σενέκα· τη μανία να θανατώνη και να ρημάζη, και τη δοξομανία. Η δεύτερη μανία τον έφερε στην Ελλάδα για να βάλη σε δρόμο την πρώτη. Και το χερότερο, που Έλληνες τον πρωτοπαρακινήσανε να κατεβή στην Ελλάδα, να παραβγή στους Αγώνες, και να μαζέψη με τα δικά του χέρια τα στεφάνια που τούστελναν ως τότες από τα μακριά. Ένας μάλιστα που δε σώθηκε τόνομά του να μένη και να το δίνουμε στους Ρωμιούς Πασάδες της Τουρκοκρατίας, ερθόντας μια φορά στη Ρώμη με τέτοια στεφάνια, κι ακούσαντας το φονιά της Αγριππίνας που τραγουδούσε, καμώθηκε πως τόσο γλυκεία φωνή στην Ελλάδα δεν άκουσε, και τον παρακινούσε δίχως άλλο να κατεβή για να τονέ θαμάση κ' η Ελλάδα. Φουσκωμένος ο τύραννος μ' όση γίνεται φαντασία, βέβαιος μέσα του πως γεννήθηκε μεγάλος και τρανός καλλιτέχνης, και πως δεν τον έννοιωθαν οι Ρωμαίοι, αποφασίζει αμέσως να κατέβη στη χώρα όπου κατά τα λόγια του γνώριζαν ακόμη από τέχνη, και στέλνει μήνυμα ναργοπορήσουν οι μεγάλοι Αγώνες, Ολύμπια, Νέμεα, Πύθια κλ, και να πανηγυριστούν όλοι σύγκαιρα όταν είναι και κείνος φερμένος. Όλα λοιπόν τα ιερά εκείνα πανηγύρια που να τα σταματήσουνε δεν είχανε σώσει πολύχρονες συφορές, τα σταμάτησε ο παντοδύναμος Νέρωνας. Ήρθε στην Ελλάδα, με μεγάλη συνοδία, όλοι αρματωμένοι κιθάρες και φλογέρες. Δε φαίνεται νάφριξαν τα ιερά τάλση, μήτε να σάλεψαν από τρομάρα οι αδριάντες των Ολυμπιονικών, ούτε του Πινδάρου το φάντασμα να ξαφνίστηκε σαν παρουσιάστηκε η βαρβαρική συνοδία. Δε φαίνεται μήτε ναποσβολώθηκαν από ντροπή οι Ελλανοδίκες κ' οι άλλοι πατριώτες, αφού με παράταξη κι από τις πρώτες πιο μεγαλήτερη άρχισαν τα Ολύμπια του χρόνου εκείνου (66 μ. Χ.).
Λυπητερό θέαμα και σπαραχτικό· το θεϊκό πανηγύρι που χρόνια και χρόνια δόξαζε την Ελλάδα να καταντάη είδος «μεϊντάνι» για να ζητιανεύη ένας Νέρωνας τη δόξα από ταπεινωμένο και ξεφυλισμένο λαό.
Βγήκε τότες αγέρωχα ο Νέρωνας με το «άρμα». Τρέχοντας όμως πέφτει χάμω, και τύχη του που δεν τούσπασε το κεφάλι. Ίσως για να ταπεινωθή ακόμη πιώτερο ο λαός, και ναναγκαστή να του δώση της ελιάς το στεφάνι. Άλλος άνθρωπος αν είτανε, θάλιωνε ίσως από ντροπή, να το βλέπη μονάχα το σημάδι εκείνο της δόξας ύστερ' από τέτοιο ρεζίλι. Μα ο Νέρωνας, όχι άνθρωπος, μήτε τύραννος δεν είταν κοινός. Είταν η ψυχή του χυμένη από μπρούντζο. Κι άμα βγήκε η απόφαση και στεφανώθηκε, ανέβηκε κάπου και στάθηκε να τον καμαρώσουν κι αυτόν και τη δυνατή του φωνή, επειδή ο ίδιος έκαμνε και τον κράχτη της νίκης του.
СКАЧАТЬ