Ανάλεκτα Τόμος Πρώτος. Angelos Vlachos
Чтение книги онлайн.

Читать онлайн книгу Ανάλεκτα Τόμος Πρώτος - Angelos Vlachos страница 20

СКАЧАТЬ ν' αγοράση περισσότερον του άλλου.

      Πού ο πάταγος εκείνος, ο προ δύο μηνών, ο πυρετώδης και πλήρης ζωής! πού αι συμμιγείς εκείναι κραυγαί των απλήστων αγοραστών, ας ήκουον εν ευφροσύνη τα ώτα μου! πού το εύθυμον εκείνο και πλήρες ελπίδων πλήθος, το θυσιάζον υπέρ ημών και τον έσχατον αυτού οβολόν!

      Πομφόλυγες ήσαν φαίνεται αι ελπίδες των και διερράγησαν, καπνός ην το πλήθος και διελύθη.

      Τοιαύτα τινα εφιλοσόφουν κατ' εμαυτήν, ακούουσα περί εμέ τας αλλοκότους ταύτας φράσεις:

      – Αγοράζω με δεκαπέντε, το ένα εμπρός, παραδοτέα την πρώτην.

      – Πουλώ τέσσαρα κομματάκια με δεκαέξ, το ήμισυ εμπρός.

      – Πουλώ δέκα εις τα δεκαπέντε και μισό, μετά το χρηματιστήριον.

      – Αγοράζω με δεκαπέντε και μισό, το ήμισυ εμπρός δι' αύριον.

      – Αγοράζω με δεκατέσσαρα πενήντα κομμάτια υποχρεωτικά.

      – Πουλώ εις την διάθεσίν μου είκοσι κομμάτια, με δεκαέξ το έν εμπρός διά μεθαύριον το πρωί.

      – Πουλώ με δεκαέξ, το ήμισυ εμπρός, εις την διάθεσιν του αγοραστού!

      Εκ των φράσεων τούτων, και άλλων πολλών ομοίων, αίτινες ανεμιγνύοντο αδιακόπως εις τας εκφωνήσεις των υπηρετών του καφενείου, διατασσόντων «ένα λουκούμι»! ή «ένα βαρύν και γλυκύν»! ουδέν άλλο εννόησα, ή τούτο μόνον, ότι πολλοί ήσαν πωληταί, ολίγοι δε αγορασταί.

      Μετ' ολίγον ήκουσα και τον κάτοχόν μου, εις ου το θυλάκιον μονήρης και τεθλιμμένη εθρήνουν σιγά το παρελθόν μου μεγαλείον, αναφωνήσαντα·

      – Μία μόνη μου έμεινε! την ξεκάμνω εις τα δεκατέσσαρα και μισό!

      Α! πόσον βαθέως επίκρανε την ψυχήν μου η λέξις εκείνη: ξεκάμνω!

      Τοσούτον λοιπόν άχρηστον και οχληρόν σκεύος είχα καταντήσει, ώστε ευτυχία ελογίζετο η απαλλαγή μου;

      Ουδέποτε ευαίσθητος αλλ' άσχημος δεσποινίς, παρηγκωνισμένη εις γωνίαν τινά της αιθούσης χορού, ησθάνθη μεγαλειτέραν ταπείνωσιν και λύπην, όσην εγώ την στιγμήν εκείνην εν τω θυλακίω του χονδροειδούς και ρυπαρού μου κατόχου, ούτε θερμοτέραν ευγνωμοσύνην προς τον καλούντα αίφνης αυτήν χορευτήν, όσην εγώ προς τον πλησιάσαντα εις τον πωλητήν μου κοντόν και παχύν βρακοφόρον, και ειπόντα μετ' ευμενούς και απλοϊκού μειδιάματος.

      – Φέρ' την εδώ παιδί μου! εγώ την αγοράζω 'ς την τύχην της κόρης μου.

      XIII

      Και ούτω μετήλλαξα πάλιν κύριον.

      Ο νέος μου κάτοχος ούτε την επιβάλλουσαν και σοβαράν είχεν αναβολήν του πρώτου μου αγοραστού, ούτε μύρα απέπνεεν ως η πρώτη μου κυρία, ούτε φλογερά απέθηκεν επί της παρειάς μου φιλήματα, ως η χαρίεσσα θαλαμηπόλος, ούτε εις θυσίας υπεβλήθη χρηματικάς προς απόκτησίν μου, ως πολλοί των μετά ταύτα κυρίων μου. Και όμως ηγάπησα αυτόν, ως αγαπά τις τον εν τη δυστυχία φίλον, ως αγαπά τον φιλανθρώπως παρέχοντα άσυλον εις εγκαταλελειμμένον και έρημον. Ούτω δε μετά παλμών αληθινής αγάπης και ακραιφνούς ευγνωμοσύνης συνώδευσα αυτόν εις την μικράν του οικίαν, όπου, μόλις εισελθών, συνήντησε την σύζυγόν τον, φαιδράν και ροδοκοκκίνους έχουσαν τας παρειάς γυναίκα, πλύνουσαν СКАЧАТЬ