Ανάλεκτα Τόμος Πρώτος. Angelos Vlachos
Чтение книги онлайн.

Читать онлайн книгу Ανάλεκτα Τόμος Πρώτος - Angelos Vlachos страница 8

СКАЧАТЬ μυροβόλου κοιτώνος της, αλλά βράχους κύκλω ξηρούς και δάση άγρια, τους αυτούς εκείνους βράχους και δρυμούς, ους είχεν εμπρός της καθ' ην ημέραν αι άστοργοι του πατρός της χείρες είχον εκθέσει αυτήν εις βοράν των θηρίων.

      Ταχεία αναπόλησις του προσφάτου και μαγικού αυτής παρελθόντος διέδραμεν ως αστραπή την φαντασίαν της, και υπέθεσε προς στιγμήν, ότι από γοητευτικού ονείρου αφύπνωσεν αποτόμως εις την φοβεράν πραγματικότητα. Αλλ' η μνήμη αυτής έγεινε κατ' ολίγον ηρεμωτέρα, αι λεπτομέρειαι της αποπτάσης ευτυχίας επανήλθον όλαι εις την διάνοιάν της, και το μέγεθος της αμαρτίας αυτής περιέσφιγξεν ως διά σιδηρού κλοιού την καρδίαν της. Τα ενθυμήθη όλα, και ανελύθη εις δάκρυα πικρά. Πλην τι ωφέλουν πλέον οι θρήνοι; Μάτην επότισε και πάλιν διά των δακρύων της τους αυχμηρούς εκείνους βράχους, όπου την είχεν εγκαταλείψει άλλοτε η πατρική αστοργία και την ηύρεν η περιπαθεστάτη αγάπη· μάτην αντήχησαν τους ολογυγμούς αυτής οι μυχοί του δάσους. Τώρα τα δάκρυά της έρρευσαν χωρίς κανείς να τα σπογγίση, και οι στεναγμοί της εξήχησαν χωρίς να ακουσθώσι, μόνη δε η απελπισία ήλθε και εκάθισε σύντροφος αυτής παρά το πλευρόν της. Αλλ' όπως πολλάκις η μεν ελπίς ναρκόνει την ψυχήν και παραλύει την δράσιν ημών επί τη κενή προσδοκία της ευτυχίας, η απόγνωσις δε τουναντίον κεντρίζει και ζωογονεί εις έσχατον αγώνα πάσας ημών τας δυνάμεις, όπως ο ναυαγός αισθάνεται πολλαπλάσιον το ψυχικόν αυτού σθένος και τα νεύρα του εντεινόμενα ως χαλύβδινα, και κολυμβά εν τη απελπισία του όσον διάστημα ουδέ να φαντασθή ήθελεν άλλως τολμήσει, ούτω και τώρα η παντελής απόγνωσις ανεπτέρωσε τας δυνάμεις της Ψυχής και εξήγειρε την κατάκοπον διάνοιάν της, η δε αναζήτησις του απολεσθέντος εραστού υπήρξε το μόνον φωτεινόν σημείον, εις ο ητένισαν μετά πόθου τα αναλάμψαντα ψυχικά της όμματα.

      Δεν εσυλλογίσθη το πατρικόν της δώμα, ούτ' εσκέφθη καν να καταφύγη εις των βασιλισσών αδελφών της τα ανάκτορα. Ούτε πατρικήν εστίαν ήθελε πλέον, ούτε θωπείας επεθύμει αδελφικάς, εις αντάλλαγμα εκείνων, ων εθρήνει την στέρησιν. Ήθελε τον απολεσθέντα πάγκαλον σύζυγον, τον μυστηριώδη εκείνον ξένον, τον γνωρίσαντα εις αυτήν την ευτυχίαν ην ήλπιζε να επανεύρη μετ' αυτού.

      Ετράπη λοιπόν εις αναζήτησίν του, και ακάματον διέβη το βήμα της βουνούς και κοιλάδας.

      Ας την αφήσωμεν δε τώρα προς στιγμήν πλανωμένην εική δι' αγνώστων οδών, ερωτώσαν ανά πάσαν τρίοδον περί του δραπέτου, και εκπλήττουσαν τους διαβάτας διά της αλλοκότου περιγραφής του, την οποίαν ήντλει από των προσφάτων αυτής αναμνήσεων, και ας παρακολουθήσωμεν τον Έρωτα.

      ΣΤ'

      Νωπόν έτι και δριμύ φέρων εις τον ώμον του το άλγος του καύματος, επέταξεν ούτος εις το ενδιαίτημα της μητρός του, και κατεκλίθη εις έν ανάκλιντρον του θαλάμου της, αφού παρεκάλεσε πρότερον τον γέροντα Ασκληπιόν, εις ον εξεμυστηρεύθη τα πράγματα επί υποσχέσει εχεμυθίας, να του δώση πρόσφορον αλοιφήν διά την πληγήν του. Αλλ' ο θείος ιατρός δεν ωμοίαζεν ακόμη τότε τους σημερινούς απογόνους του, οίτινες κρύπτουσιν ενίοτε εις τας СКАЧАТЬ