Название: Οι Απόκληροι
Автор: Owen Jones
Издательство: Tektime S.r.l.s.
Жанр: Зарубежное фэнтези
isbn: 9788835419396
isbn:
Η Γουάν δεν ήξερε αν θεία Ντα αστειευόταν ή όχι, οπότε της μισοχαμογέλασε ελπίζοντας να μην την καταλάβει, αλλά ήξερε ότι δεν θα την ξεγελούσε.
Ανησυχούσε, αλλά και ποιος δεν θα ανησυχούσε με αυτές τις συνθήκες;
1 4. Ο ΔΡΟΜΟΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΝΑΡΡΩΣΗ
Τα παιδιά ξάπλωσαν τον Χενγκ στο κρεβάτι και του έβγαλαν τα γυαλιά. Είχε κλείσει τα μάτια του, προσποιούμενος ότι κοιμάται μα μόλις άκουσε την πόρτα να κλείνει, τα άνοιξε και κάθισε στο κρεβάτι. Δεν ήταν κουρασμένος, σε καμία περίπτωση.
Είχαν αφήσει αναμμένο ένα κερί κοντά στην πόρτα όπως κάνουν συνήθως πριν σκοτεινιάσει, αλλά δεν φώτιζε τόσο πολύ όλο το δωμάτιο. Ωστόσο, ο Χενγκ έβλεπε τα πάντα λες και ήταν μέρα.
Ήξερε ότι ήταν παράξενο, αλλά το δέχτηκε καθώς ήταν καλύτερο από το να μη βλέπει καθόλου στο σκοτάδι. Καταλάβαινε ότι δεν ήταν ο ίδιος με πριν, αλλά δεν θυμόταν πώς ήταν πριν. Ήξερε μόνο ότι κάτι άλλαξε και ήταν διαφορετικός τώρα.
Η γυναίκα του είπε ότι έτρωγε πράσινες σαλάτες πριν, αλλά δεν το θυμάται καθόλου και βρίσκει αποκρουστική την ιδέα να τρώει λαχανικά. Δεν καταλάβαινε γιατί κάποιος να προτιμά τα λαχανικά από το κρέας ή το μιλκσέικ.
Ο Χενγκ ήξερε ότι ο όρος «μιλκσέικ» δεν ήταν δόκιμος, αλλά δεν μπορούσε να καταλάβει τα συστατικά του εκτός του γάλατος. Κοχελίνη; Σκαθάρια; Τουλάχιστον ήταν κρέας. Φράουλες; Καρότα;
Ούτε να το σκεφτεί δεν ήθελε. Δεν είχε ιδέα.
Ο Χενγκ δεν το είχε καταλάβει, αλλά η μνήμη του είχε συρρικνωθεί, οπότε τα προβλήματα δεν μαζεύονταν και δεν ανησυχούσε.
Σκεφτόταν αν αγάπησε ή είχε αγαπήσει την οικογένειά του και κατέληξε ότι θα έπρεπε να τους αγαπούσε και να συνεχίσει να το κάνει γιατί έμοιαζαν να ανησυχούν γι' αυτόν και φαινόταν να τον αγαπούν. Δεν θυμόταν πολύ καλά την άλλη γυναίκα που την αποκαλούσαν θεία Ντα. Είχε αρκετά καθαρό μυαλό για να κατανοήσει ότι αφού οι άλλοι τη φώναζαν θεία, πρέπει να ήταν και δική του θεία, αλλά δεν τη θυμόταν παρόλο που το πρόσωπό της του ήταν οικείο.
Προσπάθησε να θυμηθεί τι δουλειά έκανε σαν ένας άνθρωπος που είχε πάθει διάσειση ή αμνησία, αλλά η μνήμη του δεν ήταν ακόμη τόσο δυνατή. Σκέφτηκε για λίγα λεπτά και μετά έστρεψε αλλού την προσοχή του.
Γιατί εκείνοι οι άνθρωποι ήταν ανήσυχοι όταν τον κοίταζαν; Μιλούσαν γι' αυτόν λες και ήταν άρρωστος, αλλά δεν θυμόταν να είναι άρρωστος κι η αμνησία δεν περνούσε καν από το μυαλό του.
Προσπάθησε να θυμηθεί τα ονόματα των μελών της οικογένειάς του, αλλά του ήταν δύσκολο και του φάνηκε παράξενο, καθώς πίστευε ότι μπορούσε να τα θυμηθεί. Η Γουάν ήταν η σύζυγός του και ένιωθε ευγνώμων που δεν ήταν η μεγαλύτερη γυναίκα η οποία ήταν η θεία Ντα. Οπότε, η Γουάν ήταν η σύζυγός του και την αγαπούσε· έτσι θα ήταν μάλλον καθώς την παντρεύτηκε κι έκαναν δύο παιδιά μαζί, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι, που τα λένε Νταμ και Ντιμ; Όχι, Ντεν και Ντιν; Του ακούγονταν οικεία,οπότε τα υιοθέτησε. СКАЧАТЬ