Το Κορίτσι Από Το Απαγορευμένο Ουράνιο Τόξο. Rosette
Чтение книги онлайн.

Читать онлайн книгу Το Κορίτσι Από Το Απαγορευμένο Ουράνιο Τόξο - Rosette страница 4

СКАЧАТЬ την έντονη σιγουριά όποιου γνωρίζει τον εαυτό του, ήξερα ότι η γαλήνη ήταν σχετική, εφήμερη όπως ένα χνάρι στην άμμο, έτοιμο να σβηστεί από την παλίρροια που επέστρεφε.

      Η υποδοχή της κυρίας ΜακΜίλιαν, δεν μπορούσε να με εξαπατήσει.Εκείνη ήταν μία απλή υπάλληλος, τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από μένα. Ήταν ευχάριστη, πολύ καθώς το καλοσκεφτόμουν, ήταν με το μέρος μου και μου είχε προσφέρει συμμαχία με τόσο αυθορμητισμό. Ωστόσο, δεν μπορούσα να ξεχάσω ότι ο εργοδότης μου ήταν άλλος. Η μονιμότητά μου σε αυτό το σπίτι, που ήταν τόσο ευχάριστο και τόσο διαφορετικό από κάθε άλλο μέρος που γνώρισα ποτέ, εξαρτιόταν εξ ολοκλήρου από εκείνον. Ή ακόμη περισσότερο από την εντύπωση που θα του έκανα. Εγώ. Μόνο εγώ. Ήξερα λίγα για εκείνον, ώστε να χαλαρώσω. Ένας άντρας μόνος, καταδικασμένος σε μία φυλακή που ήταν χειρότερη κι από τον θάνατο, που ζούσε μισή ζωή, ένας μοναχικός συγγραφέας με τον χείριστο χαρακτήρα… Σύμφωνα με τις πολλές νύξεις της ξεναγού μου, επρόκειτο για έναν άντρα που αντλούσε ευχαρίστηση από το να φέρνει σε δύσκολη θέση τον κόσμο, ίσως και να του άρεσε να ξεσπά την τάση για εκδίκηση στους άλλους, ανήμπορος να τα βάλει με τον μοναδικό εχθρό του: το πεπρωμένο. Τυφλός, με παρωπίδες, αδιάφορος για τα δεινά που συνέβαιναν γύρω του, δημοκρατικός κατά μία έννοια.

      Πήρα μία βαθιά ανάσα. Σαν η διαμονή μου σε αυτό το σπίτι να έμελλε να είναι σύντομη, τόσο που δεν άνοιξα τις βαλίτσες μου. Δεν ήθελα να χάσω χρόνο.

      Περιπλανήθηκα στο δωμάτιο, δύσπιστη ακόμα. Έμεινα μπροστά στον καθρέφτη που κρεμόταν πάνω από το κομό, και κοίταξα λυπημένα το πρόσωπό μου. Τα μαλλιά μου ήταν κόκκινα, βέβαια. Το ήξερα γιατί μου το είχαν πει άλλοι, εγώ δεν ήμουν σε θέση να διακρίνω χρώματα. Ζούσα μία ασπρόμαυρη ζωή, δέσμια κι εγώ, όπως ο κύριος ΜακΛέιν. Όχι σε αναπηρική καρέκλα, αλλά με τον τρόπο μου ήμουν ατελής. Πέρασα το δάχτυλό μου πάνω από μία ασημένια βούρτσα, ένα εξαίσιο αντικείμενο αξίας, το οποίο ήταν στη διάθεσή μου με γενναιοδωρία που όμοιά της δεν είχα ξαναδεί.

      Τα μάτια συνάντησαν το μεγάλο ρολόι τοίχου και μου θύμισαν, με μοχθηρία, το ραντεβού με τον ιδιοκτήτη του σπιτιού.

      Δεν γινόταν να αργήσω.

      Όχι στην πρώτη μας συνάντηση.

      Που, ίσως, να ήταν και η τελευταία, αν δεν κατάφερνα να…Πώς το είχε πει η κυρία ΜακΜίλιαν. Α, ναι. «Να το θυμάστε». Μία λέξη για την πριγκίπισσα «κότα». Η αγαπημένη μου λέξη, που τη χρησιμοποιούσα συχνά ήταν το «συγγνώμη», που το έλεγα, ανάλογα με τις συνθήκες, είτε «με συγχωρείτε» είτε «με συγχωρείς». Αργά ή γρήγορα θα ζητούσα συγγνώμη και που υπήρχα. Ίσιωσα την πλάτη μου, πηδώντας με τόλμη. Θα πουλούσα ακριβά το τομάρι μου. Θα κέρδιζα το δικαίωμα, την ευχαρίστηση του να είμαι σε αυτό το σπίτι, σε αυτό το δωμάτιο, σε αυτή τη γωνιά του κόσμου.

      Στο κεφαλόσκαλο, κατεβαίνοντας τις σκάλες, οι πλάτες μου έκαναν και πάλι καμπύλη, το μυαλό άρχισε να ουρλιάζει, η καρδιά να χτυπά γρήγορα. Η ηρεμία μου κράτησε…πόσο; Ένα λεπτό;

      Σχεδόν ρεκόρ.

      Δεύτερο Κεφάλαιο

      

      

       СКАЧАТЬ