Πρώτη έρχεται να τον ταράξη η λύπη και η βαρυθυμία του Αμλέτου, εν τω μέσω της πομπής με την οποίαν αυτός πανηγυρίζει τον γάμον του, ως διά να θαμπώση τους οφθαλμούς του κόσμου ώστε να μη προσηλωθούν εις την ασεβή ανομίαν· κατόπιν αμέσως τον ανησυχεί περισσότερον η πλαστή παραφροσύνη την οποίαν αυτός με αλάνθαστον οξυδέρκειαν εξηγεί ως πρόσχημα εχθρικής προς αυτόν διαθέσεως. Δι' να εμβαθύνη εις το μυστήριον της ψυχής του Αμλέτου, διά να παρακολουθήση όλα του τα κινήματα, προσκαλεί άλλοθεν δύο νέους εις τους οποίους ο Αμλέτος με το θάρρος της φιλίας, οπού παιδιόθεν τους συνδέει, δύναται να ανοίξη την καρδίαν του ευκολώτερα παρά εις τους κατασκόπους της Αυλής· όμως η στενή διάνοια του Κλαυδίου δεν προβλέπει ότι τοιούτον τέχνασμα θα συντριβή εις την διορατικήν δύναμιν και εις το λεπτόν αίσθημα του αντιπάλου του. Η πρώτη αυτή αποτυχία αυξάνει τους φόβους του και ταράττει την ένοχον συνείδησίν του· ο Κλαύδιος καθαρά βλέπει ότι ο Αμλέτος
κάτι μέσα τρέφει, οπού η βαθειά κλωσσά μαυρίλα της ψυχής του. και, όταν
ανοίξη και πτερώση αυτό, φοβούμαι μη κίνδυνον μάς φέρη.
και χωρίς να χάση καιρόν αποφασίζει να τον στείλη εις την Αγγλίαν, βεβαίως με τον απόκρυφον σκοπόν να τον παραδώση αυτού εις άφευκτον θάνατον.
Και ενώ αναπαύεται εις την πεποίθησιν ότι το δεύτερον τούτο κακούργημα θα του αποδώση την ησυχίαν, έξαφνα βλέπει με φρίκην την εικόνα του πρώτου κακουργήματός του εις την σκηνικήν παράστασιν· εις την ανεξήγητον αποκάλυψιν αισθάνεται το Θείον οπού θα εφώτισε τον ορφανόν του δολοφονημένου αδελφού του. Από εκείνην την στιγμήν βλέπει να κρέμεται επάνω εις την κεφαλήν του της Θείας Δίκης η ρομφαία· ζητεί να την απομακρύνη με την προσευχήν, να εξιλεωθή με τον Θεόν αλλά αισθάνεται ότι τα δεσμά της κοσμικής απολαύσεως του έχουν υποδουλώση τόσον την ψυχήν, ώστε δεν είναι επιδεκτική μετανοίας·
Πώς СКАЧАТЬ