Название: Ιστορίες αλλόκοτες
Автор: Эдгар Аллан По
Издательство: Public Domain
Жанр: Зарубежная классика
isbn:
isbn:
Φαίνεται ότι εκείνοι που με μεταφέρουν (φασματώδης πομπή) υπερεπήδησαν τα όρια του απείρου και εσταμάτησαν εξηντλημένοι κατόπιν του ματαίου καμάτου.
Μετά ταύτα επανευρίσκομεν μίαν εντύπωσιν πλαδαρότατος και υγρότητος και τέλος εμφανίζεται το παραλήρημα μιας μνήμης σπαρταριζούσης μέσα εις την φρίκην της.
Αιφνιδίως αναλαμβάνω συνείδησιν της κινήσεως και του θορύβου, της θορυβώδους κινήσεως της καρδίας μου, αντανακλωμένης εις τα ώτα μου διά του θορύβου των παλμών της. Έπειτα επανέρχεται εκ νέου ο θόρυβος, η κίνησις και η αφή – αίσθησις μιας μυρμηκιάσεως που διατρέχει όλον μου το σώμα. Έπειτα η μόνη αίσθησις της υπάρξεως, αλλ' άνευ σκέψεως (και η κατάστασις αυτή διήρκεσεν επί μακρόν). Έπειτα όλως αιφνιδίως η σκέψις και ένας φρικιαστικός τρόμος, και μία δραστική απόπειρα προς κατάκτησιν της πραγματικότητος της καταστάσεώς μου. Έπειτα μία ισχυρά επιθυμία, όπως επαναπέσω εις την αναισθησίαν. Είτα δι' ενός ακατασχέτου εξυπνήματος της συνειδήσεώς μου προσπαθώ να κινηθώ και το κατορθώνω.
Τότε ενθυμούμαι πληρέστατα την δίκην, τους δικαστάς, τα σκοτεινά παραπετάσματα, την απόφασιν, την καταλαβούσαν με αφασίαν και την λιποθυμίαν.
Πλήρης λήθη των περαιτέρω, παντός ό,τι αργότερα και δι' ισχυρών προσπαθειών κατώρθωσα να ενθυμηθώ αορίστως.
Μέχρις εκείνης της στιγμής δεν είχα ανοίξει τα μάτια. Είχα την εντύπωσιν ότι είμαι ξαπλωμένος χωρίς δεσμά. Ήπλωσα το χέρι και έπεσε βαρειά σε κάτι τι υγρόν και σκληρόν. Άφησα το χέρι μου έτσι επί τινας στιγμάς, προσπαθών να φαντασθώ πού ήμουν και τι απέγεινα. Ήθελα σύντομα να μεταχειρισθώ την όρασίν μου, αλλά δεν ετολμούσα. Εφοβούμην να προσηλώσω το πρώτον μου βλέμμα επάνω σε πράγματα, τα οποία ήσαν γύρω μου· όχι διότι εφοβούμην να ίδω φρικιαστικά πράγματα, αλλά διότι κατελήφθην από την φρίκην εκ μόνης της ιδέας ότι μπορεί να μη έβλεπα τίποτε. Τέλος με την καρδιά σφιγμένη άνοιξα ταχέως τα μάτια μου. Και ιδού ότι εβεβαιώνετο η υποψία μου. Τα σκότη της αιωνίας νυκτός με περιέβαλλον. Μετά δυσκολίας ανέπνεον. Ησθανόμην την πυκνότητα της νυκτός να με βαρύνη και να με πνίγη. Η ατμόσφαιρα ήτο απελπιστικώς βαρεία. Έμεινα ξαπλωμένος χωρίς να κινηθώ και έθεσα εις ενέργειαν όλας τας δυνάμεις του νου μου. Ανεπόλησα τας διαφόρους μεθόδους των ιερεξεταστών και από το σημείον τούτο προσπαθούσα να εξαγάγω ποια μπορούσε να είναι η παρούσα κατάστασίς μου. Από της εκδόσεως της αποφάσεώς СКАЧАТЬ