Название: Κριτήριο Λάιμπνιτς
Автор: Maurizio Dagradi
Издательство: Tektime S.r.l.s.
Жанр: Героическая фантастика
isbn: 9788873043188
isbn:
Οι παράμετροι στον υπολογιστή ήταν 28 και, στις δύο τη νύχτα, ο Μαρρόν και ο Ντρου τελείωναν τις δοκιμές. Είχαν καταγράψει τα πάντα, είχαν σώσει όλα τα δεδομένα που είχαν χρησιμοποιήσει, τα μάτια τους, διευρυμένα από την ένταση, με μαύρους κύκλους και γεμάτα αίμα από την καταπόνηση , εξέφραζαν μία κούραση, που δεν περιγραφόταν με λόγια και συνάμα ένα φως ενός θριάμβου, που λίγες φορές καταφέρνει ένας άνθρωπος να νιώσει στη ζωή του. Το συμβάν είχε ήδη ξεχαστεί.
Κεφάλαιο ΙΙΙ
Βλέποντας την ώρα, ο Ντρου θεώρησε αγένεια να αφήσει τον Μαρρόν να γυρίσει στη φοιτητική εστία, μόνος κι εξαντλημένος, με όλα αυτά που κατάφερε το αγόρι και για τους δύο τους.
<Μαρρόν, τι θα έλεγες να έρθεις να κοιμηθείς σπίτι μου; Η αδελφή μου είναι σε μία φίλη της στο Λιντς, για μερικές ημέρες, και θα μπορούσες να χρησιμοποιήσεις το δωμάτιό της>.
<Ευχαριστώ, Καθηγητά, νομίζω θα δεχτώ, ευχαρίστως>, απάντησε με ευγνωμοσύνη το εξαντλημένο αγόρι.
Για να αποφύγει το ενδεχόμενο κάποιος να πειράξει, έστω άθελά του, το πείραμα την επόμενη ημέρα, ο Ντρου κόλλησε στο εξωτερικό μέρος της πόρτας εισόδου του εργαστηρίου, ένα χαρτί, πρόχειρα γραμμένο στη στιγμή, το οποίο έλεγε: «ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΕΧΕΙ ΜΟΛΥΝΘΕΙ ΑΠΟ ΚΑΤΣΑΡΙΔΕΣ. ΜΗΝ ΕΙΣΕΡΧΕΣΤΕ!», μετά μπήκαν στο αυτοκίνητο του Ντρου και, σύντομα, ήταν στην εξοχική κατοικία, η οποία βρισκόταν μόλις έξω από την περίμετρο του Πανεπιστημίου.
«Δόξα τω Θεώ, μένει κοντά...» σκέφτηκε ο Μαρρόν, τόσο γιατί ο Καθηγητής μπόρεσε να φτάσει γρήγορα στο εργαστήριο εκείνο το βράδυ, όσο και γιατί αισθανόταν τόσο κουρασμένος, που έκλειναν τα μάτια του. Είχε απόλυτη ανάγκη να κοιμηθεί.
Ανέβηκαν το δρομάκι που οδηγούσε στην είσοδο και ο Ντρου χασομέρησε λίγο με τα κλειδιά κι, επιτέλους, ήταν μέσα.
Ο ιδιοκτήτης του σπιτιού οδήγησε τοΝ φοιτητή στο δωμάτιο της αδελφής του και του έδωσε τις απαραίτητες οδηγίες, όσον αφορά τις διάφορες ανέσεις και την κουζίνα, και μετά πρότεινε:
<Άκου λίγο, Μαρρόν, τώρα θα βάλουμε πιτζάμες και θα πλύνουμε τα δόντια, σαν καλά παιδιά, αλλά τι θα έλεγες να τσιμπήσουμε κάτι, για να διώξουμε την ένταση, πριν κοιμηθούμε;>
Ο φοιτητής δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια του, από τη νύστα, αλλά έπρεπε να παραδεχτεί ότι τα νεύρα του ήταν τεντωμένα στο έπακρο κι αυτή η κατάσταση θα μπορούσε να τον κρατήσει ξύπνιο όλη τη νύχτα. Επιπλέον, δεν είχε φάει βραδινό αλλά, τέτοια ώρα, ποιος είχε όρεξη για να φάει, πόσω μάλλον να ετοιμάσει φαγητό; Το να παρακάμψεις ένα γεύμα δεν ήταν το τέλος του κόσμου, για εκείνον, ωστόσο συγκατένευσε.
<Καλή ιδέα, είναι κι ένας τρόπος για να γιορτάσουμε, σωστά;>
Μετά από ένα τέταρτο ήταν βυθισμένοι στις πολυθρόνες του καθιστικού, με ένα πολύ καλό ουίσκι στα χέρια τους. Η ευχάριστη ζεστασιά από τις πρώτες γουλιές τους χαλάρωσε αρκετά κι η συζήτηση ήταν ήρεμη.
<Αυτή είναι μία ξεχωριστή ημέρα, Μαρρόν>, είπε ο Ντρου, <πολύ ξεχωριστή. Όπως το αντιλαμβάνομαι СКАЧАТЬ