θα πιάσουν την Ακρόπολι, ως που να μαζευθούμε
κ’ ημείς, και τι θα κάνουμε εδώ να συσκεφθούμε.
ΛΑΜΠΙΤΩ
Όλα καλά όσα μας λες.
ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ
Έ Λαμπιτώ, και τώρα
γιατί δεν ορκιζόμαστε, μα χάνουμε την ώρα,
κ’ έτσι τη συμφωνία μας ποτέ να μη χαλάσουμε;
ΛΑΜΠΙΤΩ
Πες μας λοιπόν του λόγου σου τον όρκο που θα πιάσουμε.
ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ
Αλήθεια· πού ’ν’ η δούλα μου; – Έ, πού κοιτάζεις; Βάλε
συ την ασπίδ’ ανάποδα, και τα εντόσθια βγάλε.
του θύματος, [να κάνουμε τον όρκο].
ΚΑΛΟΝΙΚΗ
Λυσιστράτη,
ποιόν όρκο τάχα θα μας πεις να κάνουμε, φιλτάτη;
ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ
Ποιόν όρκο; Και ο ποιητής Αισχύλος το ’χει πη·
απάνω στην ασπίδα μας το θύμα θα κοπή.9
ΚΑΛΟΝΙΚΗ
Όχι, δεν είνε δυνατόν, όρκος για την ειρήνη
σε μια ασπίδα δηλαδή πολεμική να γίνη.
ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ
Και πώς θα ορκισθούμε;
ΚΑΛΟΝΙΚΗ
Έν’ άλογο θα βρούμε
άσπρο, και τα εντόσθια η δούλα να του βγάλη.
ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ
Πού να το βρούμε τ’ άλογο το άσπρο τώρα πάλι;10
ΚΑΛΟΝΙΚΗ
Και πώς λοιπόν η κάθε μιά τον όρκο της θα κάνη;
ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ
Θα σου το πω. Να πάρουμε κατάμαυρη λεκάνη,
ανάποδα τη βάζουμε
κ’ ένα σταμνί από κρασί της Θάσου θυσιάζουμε,
κι όρκο σ’ αυτό θα δώσουμε–
(εμφαντικώς)
πως δεν θα το νερώσουμε!....11
ΛΑΜΠΙΤΩ
Ωχ, ωχ! τον όρκο σου αυτόν
κ’ επαίνους να του ψάλουμε δεν είνε δυνατόν.
ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ
Λοιπόν ας τρέξη μέσα μιά ένα σταμνί να φέρη
και μια λεκάνη.
(Εξέρχεται μια Γυνή και εισέρχεται φέρουσα λήκυθον και κύλικα).
ΚΑΛΟΝΙΚΗ
Τι σταμνί, όπου δεν έχει ταίρι!
(Λαμβάνει την λήκυθον)
Τι γλύκα που θα αισθανθή αυτή που θα την πιάση
και, κλουκ, θα την αδειάση.
ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ
Άφησε κάτω το σταμνί, και πιασ’ εδώ μπροστά μου!12
(Η Καλονίκη θέτει την χείρα επί της Λυσιστράτης καταλλήλως)
(Η Λυσιστράτη επισήμως):
-Πειθώ! Βασίλισσά μου!
-και συ, ώ στάμνα του γλεντιού! δέξου την ικεσία
των γυναικών με εύνοια, και τούτη τη θυσία.
(Χύνει εις την λεκάνην οίνον)
ΚΑΛΟΝΙΚΗ
Τι αίμα κατακόκκινο! για ιδές πως λαμπυρίζει!
ΛΑΜΠΙΤΩ
Αλήθεια, μα τον Κάστορα, και τι γλυκά μυρίζει!
ΜΥΡΡΙΝΗ
Αφήστε με, γυναίκες μου, πρώτη να μπω στη μέση
να ορκισθώ!
ΚΑΛΟΝΙΚΗ
9
«Μηλοσφαγούσας»: εννοεί την θυσίαν των προβάτων (μήλων), παρωδών τον εν «επτά επί Θήβας» στίχον του Αισχύλου: «άνδρες γαρ επτά θούριοι λοχαγέται ταυροσφαγούντες εις μελάνδετον σάκος..»
10
«Λευκόν ίππον» (σ. 191): Φαίνεται ότι ο Αριστοφάνης παίζει ενταύθα με την λέξιν, υπονοών δι’ αυτής το αιδοίον· άλλως: εννοεί τας Αμαζόνας θυσιαζούσας λευκούς ίππους.
11
Όπου ευκαιρία, ο Αριστοφάνης κωμωδεί τας γυναίκας ως επιρρεπείς εις την μέθην.
12
«Προσλαβού μοι του κάρπου» (σ. 202): εννοεί το αιδοίον.