Η Τελευταία Θέση Στο Χίντενμπουργκ. Charley Brindley
Чтение книги онлайн.

Читать онлайн книгу Η Τελευταία Θέση Στο Χίντενμπουργκ - Charley Brindley страница 3

СКАЧАТЬ θα εξείχαν από τον σοβά. Ίσως με μια παχιά κουβέρτα θα μπορούσε να τα καλύψει... αλλά ούτε κουβέρτα είχε. Ακόμη κι αν σκαρφάλωνε τον τοίχο, μετά τί θα γινόταν; Θα υπήρχε άλλα τέσσερα μέτρα γκρεμός από την άλλη, μπορεί και παραπάνω. Πολύ παραπάνω. Ήξερε ότι η φυλακή ήταν χτισμένη πάνω σε βουνοπλαγιά, γιατί διέκρινε χιονισμένες βουνοκορφές πίσω από το γκρι γρανιτένιο κτίριο. Το χείλος του γκρεμού θα μπορούσε να βρίσκεται κάτω από τον τοίχο.

      Περπάτησε μπροστά, έπειτα στράφηκε προς τον τοίχο. Παρατήρησε τις σειρές των χαραγμένων Χ για μια στιγμή. Χρησιμοποιώντας την ακονισμένη της πέτρα, χάραξε την πλευρά ενός νέου Χ στο τέλος της σειράς. Ήξερε πως θα το συμπλήρωνε αυτός όταν θα τον έβγαζαν στο προαύλιο το απόγευμα.

      Πριν πολύ καιρό είχε αποφασίσει πως εάν έμεναν ασυμπλήρωτα δύο Χ στη σειρά, και η θαμπή λάμψη απ' το παράθυρό του χανόταν, θα έδινε τέλος στη ζωή της.

      Θα ήταν εύκολο. Δε θα έτρωγε. Θα τα έριχνε όλα στην τουαλέτα. Μέχρι να το καταλάβουν οι δεσμοφύλακες θα είναι πολύ αργά για να τη σώσουν από την ασιτία.

      Ή, θα μπορούσε να επιτεθεί στον Λερτς στο προαύλιο, αναγκάζοντάς τον να ανοίξει πυρά. Ίσως είναι προτιμότερος ένας γρήγορος θάνατος από 10 μέρες λιμοκτονίας.

      Εάν προσπαθούσε να πεθάνει από την πείνα, θα έπαιρναν το λιπόθυμο κορμί της στο θεραπευτήριο και θα την συνέφεραν με ενδοφλέβια τροφή. Όχι. Καλύτερο είναι να την σκοτώσει ο Λερτς με το Kalashnikov.

      Μέτρησε τα Χ. Δεκαεννιά. Η σειρά από πάνω είχε είκοσι, το ίδιο και η παραπάνω. Έκανε ένα βήμα πίσω, και κοίταξε όλες τις συμπληρωμένες σειρές των Χ. Αυτές στην αριστερή μεριά του τοίχου είχαν αρχίσει να ξεφτίζουν.

      Τρεις χιλιάδες εφτακόσια δεκαεννέα Χ. Ένα για κάθε μέρα που ήταν αιχμάλωτοι.

      Στράφηκε προς το κτίριο. Κοιτώντας ψηλά, είδε τον όροφό της, τον τρίτο. Πιο πάνω στον έκτο, ο δικός του. Μέτρησε τα καγκελωτά παράθυρα προς τα δεξιά...επτά...οχτώ...εννιά. Εκεί. Αυτό ήταν το παράθυρό του. Κοίταξε επίμονα. Και εκείνη τη στιγμή, το είδε· μια μικρή λάμψη. Πώς το έκανε, δεν το ήξερε, αλλά ακόμη και στις πιο συννεφιασμένες μέρες, το αμυδρό του σήμα φαινόταν. Δεν ήταν τίποτε ιδιαίτερο, μια μικρή λάμψη μόνο, αλλά όλη της η ύπαρξη εξαρτιόταν απ’ αυτή, αυτό το κλάσμα δευτερολέπτου ανάμεσα σε όλα τ’ άλλα της ημέρας το οποίο επιβεβαίωνε πως ήταν ζωντανός, την αγαπούσε και με κάποιον τρόπο θα υπέμεναν αυτό το βασανιστήριο μαζί.

      Έφερε την πέτρα στα χείλη της, κρατώντας το βλέμμα της στο παράθυρό του. Ήξερε ότι την κοιτούσε, όπως έκανε κι αυτή όταν ερχόταν αυτός στο προαύλιο τα απογεύματα και ολοκλήρωνε την τελετουργία τους.

      Άγγιξε απλά την πέτρα στο στόμα της, για να μην υποψιαστεί κανείς ότι επικοινωνούν.

      Υπήρχαν πολλοί άλλοι κρατούμενοι. Δε γνώριζε ακριβώς πόσοι, αλλά ένιωθε εκατοντάδες βλέμματα πάνω της. Όλοι ήταν άνδρες, εκτός από μία. Ή τουλάχιστον της άρεσε να σκέφτεται ότι κάπου μέσα σε αυτήν την τεράστια, φριχτή φυλακή γνωστή ως Kauen Bogdanovka υπήρχε άλλη μια γυναίκα. Είναι ανησυχητική η σκέψη μιας γυναίκας ανάμεσα σε εκατοντάδες СКАЧАТЬ